- εκατερακις
- ἑκατεράκιςἑκᾰτεράκιςadv. один и другой раз, оба раза Xen.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
εκατεράκις — ἑκατεράκις (Α) επίρρ. 1. και τις δύο φορές 2. και προς τις δύο κατευθύνσεις … Dictionary of Greek
ἑκατεράκις — at each time indeclform (adverb) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)